Οι ουρολοιμώξεις (UTIs) είναι συχνές στα παιδιά.
Διάγνωση
Αν και τα κλινικά σημεία και τα συμπτώματα είναι σημαντικές ενδείξεις στην παιδική ηλικία , επιβεβαίωση της διάγνωσης γίνεται από τη μικροσκοπική εξέταση ούρων και την καλλιέργεια κατάλληλα συλλεχθέντος δείγματος και τον ποσοτικό προσδιορισμό μικροοργανισμών.
Τα σημεία και τα συμπτώματα ουρολοίμωξης UTI εξαρτώνται από την ηλικία.
Μη ειδικά συμπτώματα όπως λήθαργος, οξυθυμία, αστάθεια θερμοκρασίας, ανορεξία, εμετός ή ίκτερος.
Η βακτηριαιμία είναι συχνή σε νεογνά με ουρολοίμωξη και η καλλιέργεια ούρων είναι σημαντικό μέρος της αξιολόγησης της νεογνικής σήψης.
Μεγαλύτερα βρέφη συχνά παρουσιάζουν μη ειδικά κοιλιακά άλγη, εμετό, διάρροια, φτωχή πρόσληψη βάρους, ή πυρετό.
Τα δύσοσμα ή πυκνά ούρα μπορούν να αναφερθούν.
Μεγαλύτερα παιδιά συχνά παρουσιάζουν δυσουρία μαζί με συχνουρία, έπειξη για ούρηση, ενούρηση.
Η ανάλυση ενός κατάλληλα συλλεχθέντος δείγματος ούρων είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της διάγνωσης των ουρολοιμώξεων.
Τα δείγματα μπορούν να ληφθούν με συλλέκτη, καθετηριασμό κύστης, ή υπερηβική παρακέντηση.
Τα αποτελέσματα ενός δείγματος από συλλέκτη είναι χρήσιμα μόνο εάν είναι αρνητικά.
Τα θετικά αποτελέσματα πρέπει να επιβεβαιώνονται χρησιμοποιώντας καθετήρα ή δείγμα από παρακέντηση εκτός και αν η κλινική εικόνα είναι σαφής.
Το αποδεκτό κριτήριο για τη διάγνωση είναι μεγαλύτερη συγκέντρωση από 105 ενός βακτηριακού είδους ανά ml.
Η αρχική αντιμετώπιση καθοδηγείται γενικά από την ανάλυση ούρων αφού η καλλιέργεια καθυστερεί.
Μικροσκοπική αξιολόγηση ενός δείγματος ούρων πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη συλλογή.
Πυουρία (περισσότερα από 10 λευκά/mm3) είναι ενδεικτικά ουρολοίμωξης αλλά μπορεί επίσης να οφείλονται σε κολπίτιδα, αφυδάτωση, λιθίαση, τραύμα, γαστρεντερίτιδα, και ιογενή λοίμωξη.
Τα νιτρώδη, είναι παρόντα στα ούρα, και μετατρέπονται σε νιτρώδες άλας παρουσία βακτηριδίων. Η θετική χρωματομετρική αντίδραση είναι ενδεικτική βακτηριδίων με θετική προσέγγιση 100%.
Η αντίδραση μετατροπής νιτρωδών σε άλας απαιτεί σχετικά μεγάλη περίοδο. Κατά συνέπεια, η συχνουρία και η ενυδάτωση μπορεί να οδηγήσουν σε ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα.
Ταξινόμηση
Η ταξινόμηση UTIs βοηθά στον καθορισμό της ανάγκης για εισαγωγή σε νοσοκομείο και ενδοφλέβια αντιβιοτική θεραπεία σε αντιδιαστολή με την από του στόματος αντιβιοτική θεραπεία εξωτερικών ασθενών.
- Λοιμώξεις ανώτερου ουροποιητικού (πυελονεφρίτις)
- Λοιμώξεις κατωτέρου ουροποιητικού
Πυρετός, οσφυϊκό άλγος ή ευαισθησία και λευκοκυττάρωση προτείνουν πυελονεφρίτιδα και απαιτείται ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος νεφρικής βλάβης.
Μια άλλη σημαντική εκτίμηση σχετικά με την ταξινόμηση είναι η διάκριση μεταξύ της νέας μόλυνσης και της υποτροπής.
Επιδημιολογία
Σε όλες τις ηλικίες, με εξαίρεση τη νεογνική περίοδος, η επίπτωση UTI είναι μεγαλύτερη στα θήλεα απ’, τι στα άρρενα.
Τα άρρενα έχουν μια πρόωρη αιχμή στη νεογνική περίοδο, τα θήλεα έχουν δύο αιχμές: η πρώτη είναι σε 3 έως 6 έτη, και η δεύτερη αιχμή είναι στην αρχή της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Παθοφυσιολογία
Παράγοντες του ξενιστή
Κατά γενικό κανόνα, οι ουρολοιμώξεις προκαλούνται από μικροοργανισμούς προερχομένους από την εντερική χλωρίδα.
Τέσσερα επίπεδα άμυνας
- Περιουρηθρική περιοχή
- Ουροδόχος κύστη
- Κυστεοουρητηρική συμβολή
- Νεφρικές θηλές
Τα βακτηρίδια έχουν τη δυνατότητα να παραμένουν στον κολπικό βλεννογόνο. Επακόλουθη περιουρηθρική αποίκιση και ανιούσα διουρηθρική μετανάστευση.
Παρόμοιος μηχανισμός μπορεί να ισχύει για τη βακτηριακή παραμονή και αποικισμό στην ακροποσθία των αρρένων.
Ο κρισιμότερος μηχανισμός της ουροδόχου κύστης που λειτουργεί ως άμυνα έναντι της ουρολοίμωξης είναι η φυσιολογική και πλήρης αποβολή.
Η υγιής κύστη είναι σε θέση να αποβάλλει το 99% των βακτηριδίων, ενώ το μικρό υπόλοιπο ελαχιστοποιεί το μικροβιακό φορτίο.
Τα επιθηλιακά κύτταρα εκκρίνουν βλεννοπολυσακχαρίδες που επικαλύπτουν την έσω επιφάνεια της κύστης προκαλώντας αντιμικροβιακό φραγμό.
Ανωμαλίες της κυστεοουρητηρικής συμβολής και ανωμαλίες του ουρητηρικού περισταλτισμού μπορεί να επιτρέψουν την κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση.
Αποτυχία των νεφρικών θηλών σε ΚΟΥΠ οδηγεί σε ενδονεφρική παλινδρόμηση.
Ανατομικές ανωμαλίες σε παιδιά που προδιαθέτουν για ουρολοίμωξη είναι
- Φίμωση
- Αποφρακτική ουροπάθεια σε οποιοδήποτε επίπεδο
- ΚΟΥΠ
- Εκκόλπωμα
- Λιθίαση
- Ξένα σώματα
- Ανώμαλη ανατομία νεφρικών θηλών
Βακτηριακοί παράγοντες
Τα αντιγόνα Ο είναι λιποπολυσακχαρίτες που είναι μέρος του κυτταρικού τοιχώματος.
Είναι υπεύθυνα για πολλά από τα συστηματικά συμπτώματα μιας λοίμωξης.
Περισσότερα από 150 στελέχη Escherichia coli παρουσιάζουν Ο αντιγόνα, 9 είναι αρμόδια για την πλειοψηφία UTIs.
Τα αντιγόνα Κ είναι επίσης πολυσακχαρίτες, και η παρουσία τους στο κυτταρικό τοίχωμα gram-αρνητικών μικροβίων, προστατεύει από τη φαγοκυττάρωση, εμποδίζει την επαγωγή ανοσοαπάντησης, και διευκολύνει τη βακτηριακή προσκόλληση.
Η ουρεάση , είναι ένας παράγοντας σε είδη Proteus που διευκολύνει τη λιθίαση και τον αποικισμό των λίθων.
Διερεύνηση
Ανωμαλίες ουροποιητικού μπορούν να βρεθούν σε περίπου στο 50% των παιδιών ηλικίας πάνω από 12 έτη που παρουσιάζουν ουρολοίμωξη.
ΚΟΥΠ VUR παρατηρείται σε 35% και αποφρακτική ουροπάθεια σε 8%. Η μη αποφρακτικής αιτιολογίας παλινδρόμηση βρίσκεται σε 7%. Επίσης, νεφρική βλάβη αναπτύσσεται σε περίπου 13% των θήλεων και 5% των αρρένων με ουρολοίμωξη . Νεφρική βλάβη στο 43% των μετά από οξεία πυελονεφρίτιδα.
Αν και η υπέρταση είναι πιο συχνή σε αμφοτερόπλευρη νεφρική βλάβη επίσης μπορεί να προκληθεί και σε ετερόπλευρη νεφρική ουλή.
Σε ουρολοίμωξη αρχική διερεύνηση με υπέρηχο και απεκκριτική ουρογραφία.
Τα άρρενα απαιτούν απεκκριτική κυστεοουρηθρογραφία και τα θήλεα αξιολογούνται επαρκώς από το ισοτοπική κυστεοουρηθρογραφία που επιτρέπει μια χαμηλότερη έκθεση ακτινοβολίας στις ωοθήκες.
Εξαίρεση είναι τα θήλεα νεογνά ή τα θήλεα με πιθανή νευρογενή κύστη, έκτοπο ουρητήρα , ή ουρητηροκήλη στο υπερηχογράφημα.
99mTc- DMSA χρησιμοποιείται για τη διάγνωση οξείας πυελονεφρίτιδας και ανίχνευση νεφρικής ουλής.
Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση ενός επεισοδίου ουρολοίμωξης εξαρτάται από την κλινική εικόνα.
Ασθενείς με πυελονεφρίτιδα πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα και επιθετικά.
Η γρήγορη, αποτελεσματική αντιμετώπιση είναι ο σημαντικότερος παράγοντας για να αποφευχθεί η μόνιμη νεφρική βλάβη.
Έναρξη θεραπείας με ενδοφλέβια ampicillin και aminoglycoside μετά τη λήψη δείγματος ούρων για καλλιέργεια.
Η περαιτέρω θεραπεία υπαγορεύεται από την καλλιέργεια και το αντιβιόγραμμα.
Ασθενής απύρετος για 24 έως 48 ώρες, και ασθενείς με απλές λοιμώξεις από ευαίσθητους οργανισμούς μπορούν να ολοκληρώσουν την αγωγή με από του στόματος αντιβιοτικά για 7-14 ημέρες.
Σε ανθεκτικούς μικροοργανισμούς ή σε λοιμώξεις επι εδάφους απόφραξης απαιτούνται ενδοφλέβια αντιβιοτικά.
Ο φόβος της αποβολής ούρων ή η δυσουρία ρυθμίζεται με phenazopyridine και ενυδάτωση και άδεια του παιδιού να αποβάλει ούρα καθημενο σε μια λεκάνη θερμού νερού.
ΚΥΣΤΕΟΟΥΡΗΤΗΡΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΗ
Η ΚΟΥΠ VUR είναι η παλίνδρομη μετάβαση των ούρων από την κύστη στον ουρητήρα.
Αν και εντοπίζεται συνήθως κατά τη διάρκεια αξιολόγησης παιδιατρικού ασθενή με ουρολοίμωξη UTI, η ΚΟΥΠ VUR μπορεί επίσης να εντοπιστεί κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης ασθενή με υπέρταση, πρωτεινουρία, δυσλειτουργία αποβολής, ή χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.
Παθοφυσιολογία
Η φυσιολογική κυστεοουρητηρική συμβολή UVJ χαρακτηρίζεται από λοξή είσοδο του ουρητήρα στην κύστη με μήκος υποβλεννογόνιας διαδρομής ουρητήρα που παρέχει υψηλή αναλογία μήκους υποβλεννογόνιου ουρητήρα ως προς τη διάμετρο του ουρητήρα.(!)
Αυτή η ανατομική διαμόρφωση παρέχει μια κυρίως παθητική βαλβίδα.
Όταν η κύστη γεμίζει και η ενδοκυστική πίεση αυξάνει , η επακόλουθη τάση στο τοίχωμα της κύστης εφαρμόζεται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η στεγανότητα του υποβλεννογόνιου ουρητήρα.
Το ίδιο συμβαίνει κατά την ούρηση, όρθια στάση, δραστηριότητα, και βήχα.
Αυτοί οι αντιπαλινδρομικοί μηχανισμοί συμπληρώνονται με την συστολή μυών του κυστικού τριγώνου και τον ουρητηρικό περισταλτισμό.
Ο μικρού μήκους ενδοτοιχωματικός ουρητήρας μπορεί να προκαλέσει ΚΟΥΠ κατά τη διάρκεια λοίμωξης .
Υπερβολικά υψηλή ενδοκυστική πίεση όπως σε νευρογενή δυσλειτουργία (NVD) ή σε απόφραξη εξόδου κύστης (BOO) επίσης προκαλεί ΚΟΥΠ οφειλόμενη σε ανατομικά αίτια (π.χ. εκκόλπωμα ή ουρητηροκήλη) ή σε αδύνατο εξωστήρα.
Επειδή το μήκος του υποβλεννογόνιου ουρητήρα τείνει να επιμηκύνεται με την αύξηση της ηλικίας, η αναλογία του μήκους ως προς τη διάμετρο αυξάνεται και η ΚΟΥΠ μπορεί να υποχωρήσει.
Κρίσιμης σημασίας είναι και η ενδονεφρική παλινδρόμηση (IRR), που είναι αποδεδειγμένη κλινικά και εργαστηριακά. Η κρίσιμη πίεση για IRR θεωρείται περίπου 35 χιλ. Hg.
Ταξινόμηση
Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση διακρίνεται σε χαμηλής πίεσης (που εμφανίζεται με πλήρωση της κύστης στην ουρηθροκυστεογραφία VCUG) ή υψηλής πίεσης (που εμφανίζεται μόνο κατά τη διάρκεια της αποβολής).
Παλινδρόμηση οφειλόμενη σε συγγενή ανωμαλία της κυστεοουρητηρικής συμβολής UVJ αναφέρεται ως πρωτοπαθής παλινδρόμηση, ενώ παλινδρόμηση λόγω απόφραξης ή νευρογενούς κύστης αναφέρεται ως δευτεροπαθής παλινδρόμηση.
Επιπλέον η ταξινόμηση περιλαμβάνει την απλή και τη σύνθετη παλινδρόμηση.
Σύνθετη παλινδρόμηση περιλαμβάνει παλινδρόμηση μεγαουρητήρα, παλινδρόμηση διπλασιασμού ουρητήρα , παλινδρόμηση σε εκκόλπωμα ή ουρητηροκήλη και σε ουρητηροπυελική ή κυστεοουρητηρική απόφραξη.
ΠΡΩΤΟΠΑΘΗΣ ΚΟΥΠ: Συγγενής ανεπάρκεια βαλβιδικού μηχανισμού ή σε ανωμαλίες όπως διπλασιασμός ουρητήρα, ουρητηροκήλη ή έκτοπος ουρητήρας.
ΔΕΥΤΕΡΟΠΑΘΗΣ ΚΟΥΠ: αυξημένη ενδοκυστική πίεση, υποκυστικό κώλυμα, φλεγμονές ή μετά από χειρουργικές επεμβάσεις.
Ταξινόμηση με κριτήριο το ύψος της παλινδρόμησης, τη διάμετρο του ουρητήρα, και την ανατομία των νεφρικών καλύκων.
Ο βαθμός Ι ΚΟΥΠ VUR αναφέρεται στην απεικόνιση του μη διατεταμένου ουρητήρα μόνο, ενώ ο βαθμός ΙΙ ΚΟΥΠ VUR αναφέρεται στην απεικόνιση εκτός του ουρητήρα και της νεφρικής πυέλου και του καλυκικού συστήματος. Στο βαθμό ΙΙΙ ΚΟΥΠ περιλαμβάνεται ήπια διάταση ουρητήρα, νεφρικής πυέλου και καλυκικού συστήματος ενώ σε υδροκαλύκωση και υδροουρητήρα βαθμός IV. Απουσία εντυπωμάτων νεφρικών θηλών, διάταση και στροφή αναφέρεται ως βαθμός V.
Επιδημιολογία
Η επίπτωση ΚΟΥΠ VUR σε φυσιολογικά παιδιά έχει υπολογιστεί να είναι περίπου 1%.
Μια πολύ υψηλότερη συχνότητα VUR (μεταξύ 30% με 40%) αναφέρεται στους ασθενείς που υποβάλλονται σε αξιολόγηση για ουρολοίμωξη UTI.
Αυτή η επίπτωση μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας.
Κατά συνέπεια, το νεογνό είναι πιο ευπαθές σε συνδυασμό ουρολοίμωξης και ΚΟΥΠ.
Μελέτες έχουν τεκμηριώσει σημαντικό κίνδυνο VUR στα οικογενειακά μέλη παιδιών με παλινδρόμηση.
Ο αναφερόμενος κίνδυνος ΚΟΥΠ αμφιθαλών κυμαίνεται από 27%- 34% ενώ 66% απογόνων από γυναίκες με παλινδρόμηση έχει επίσης ΚΟΥΠ VUR.
Κατά συνέπεια από αυτές τις μελέτες, έχει προταθεί ότι αμφιθαλείς, ειδικά νεότεροι από 2 έτη, να υποβάλλονται σε έρευνα διαλογής.
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό υποσύνολο των ασθενών με ΚΟΥΠ είναι αυτοί με δευτεροπαθή ΚΟΥΠ οφειλόμενη σε νευρογενή κύστη NVD ή απόφραξη εξόδου BOO.
Δομικές ανωμαλίες στην κυστεοουρητηρική συμβολή όπως σε ουρητηροκήλη, εκκόλπωμα ή σε ατρησία πρωκτού. Συνεπώς, ο ασθενής με ορθοκυστικό ή ορθοουρηθρικό συρίγγιο πρέπει να αντιμετωπιστεί με κολοστομία.
Τρία σημαντικά στοιχεία απαιτούνται για την επιτυχή χρήση τουαλέτας
- Αύξηση του όγκου κύστης
- Ανάπτυξη εκουσίου σφιγκτήρα
- Έλεγχος του λείου μυός
Διαγνωστική αξιολόγηση
Η διάγνωση VUR γίνεται με κυστεοουρηθρογραφία VCUG, είτε με μέσο αντίθεσης είτε με ισότοπο.
Η απεικόνιση του ανώτερου ουροποιητικού είναι εξαιρετικά σημαντική και μπορεί να ολοκληρωθεί με υπερηχογράφημα ή ισοτοπικό νεφρόγραμμα.
Ασθενείς με συχνουρία , έπειξη για ούρηση και ακράτεια, πρέπει να εξεταστούν με ουροδυναμικές μελέτες.
Φυσική εξέλιξη
Η φυσική εξέλιξη της ΚΟΥΠ είναι εξαιρετικά μεταβλητή, από αυτόματη υποχώρηση μέχρι την νεφρική βλάβη, υπέρταση και τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια.
Πολυάριθμοι παράγοντες μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όπως η ηλικία του ασθενή, ο βαθμός ΚΟΥΠ, η εμφάνιση του ουρητηρικού στομίου, το μήκος του ενδοτοιχωματικού ουρητήρα, και η ενδοκυστική δυναμική.
Η αυτόματη υποχώρηση δεν αφορά τη δευτεροπαθή ΚΟΥΠ.
Η νεφρική βλάβη αφορά εστιακή ουλή, ατροφία, και αποτυχία νεφρικής ανάπτυξης.
Οι ουρολοιμώξεις UTIs είναι οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη νέων ουλών ή στην επιδείνωση παλαιών ουλών.
30-65% της υπέρτασης παιδικής ηλικίας συνδέεται με νεφροπάθεια από παλινδρόμηση.
Η νεφροπάθεια παλινδρόμησης είναι σημαντική αιτία τελικού σταδίου νεφρικής ανεπάρκειας.
Αντιμετώπιση
Η μη χειρουργική αντιμετώπιση VUR είναι επιτυχής στην πλειοψηφία των ασθενών.
Η συντηρητική αντιμετώπιση μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις κατευθύνσεις:
(1) διαγνωστική αξιολόγηση
(2) αποφυγή λοίμωξης
(3) αντιμετώπιση δυσλειτουργία αποβολής
(4) παρακολούθηση.
Μέτρα συντηρητικής αντιμετώπισης
- Ενυδάτωση
- Υγιεινή του περινέου με αποφυγή σκληρών σαπουνιών κατά τη διάρκεια των λουτρών, λουτρά φυσαλίδων και σαμπουάν.
- Διαχείριση εντέρων με αποφυγή δυσκοιλιότητας, αντιμετώπιση εγκόπρισης.
- Αντιβιοτικά
- Παρακολούθηση χωρίς αντιβιοτικά
- Αντιχολινεργικά/ σπασμολυτικά
- Καλλιέργεια ούρων κάθε 3 μήνες
- Νεφρική απεικόνιση κάθε 6 έως 12 μήνες
- Κυστεοουρηθρογραφία (ετήσια)
- Έλεγχος σωματικής αύξησης ετήσια (ύψος, βάρος)
- Πίεση αίματος (ετήσια) και σε νεφρική ουλή (τριμηνιαία)
- Έλεγχος νεφρικής λειτουργίας
- Έλεγχος μέγιστης ωσμωτικότητας ούρων
- Κυστεοσκόπηση
- Ουροδυναμική μελέτη
Σε σπαστικότητα κύστης oxybutynin στην πλειοψηφία αυτών των παιδιατρικών ασθενών. Σε νευρογενή κύστη NVD με επίσχεση μπορεί να απαιτείται διαλλείποντας καθετηριασμός.
Με εξαίρεση το άρρεν παιδί, με χαμηλής βαθμίδας ΚΟΥΠ, τα περισσότερα παιδιά απαιτούν αντιβιοτικά.
Οι απόλυτες ενδείξεις για τη χειρουργική διόρθωση VUR είναι
(1) προοδευτική νεφρική βλάβη
(2) αποτυχία νεφρικής αύξησης
(3) Σοβαρή πυελονεφρίτις και
(4) Μη συμμόρφωση με την αντιβιοτική αγωγή.
Άλλες σχετικές ενδείξεις για τη χειρουργική διόρθωση ΚΟΥΠ είναι
- Βαθμός IV-V παλινδρόμησης
- Εφηβική ηλικία
- Αποτυχία ανταπόκρισης σε συντηρητική αγωγή για 4 έως 5 έτη θεραπείας.
Οι καθιερωμένες χειρουργικές αρχές επιτυχούς ουρητηρικής μετεμφύτευσης περιλαμβάνουν
- επαρκή ουρητηρική παρασκευή και κινητοποίηση
- λεπτομερής διατήρηση αιμάτωσης και
- δημιουργία βαλβιδικού μηχανισμού με αναλογία μήκους προς διάμετρο 4:1.
Η ουρητηρική αναστόμωση αυξάνει τον κίνδυνο μετεγχειρητικής απόφραξης , και οι χειρουργικές πράξεις στον εξωστήρα μυ αυξάνουν τον κίνδυνο εκκολπώματος.
Εξωκυστική συρραφή του εξωστήρα
Προτιμάται η εξωκυστική προσπέλαση του εξωστήρα με αποτέλεσμα την ελάχιστη μετεγχειρητική αιματουρία, λίγες συσπάσεις κύστης, και βραχεία νοσηλεία.
Επεμβάσεις με ανοικτή κύστη
- Cohen
- Glenn-Anderson
- Hutch
- Leadbetter-Politano
- Paquin
Ενδοσκοπική διόρθωση ΚΟΥΠ με υποβλεννογόνια έγχυση στο κυστικό τρίγωνο
- Τεφλόν: μετανάστευση, σχηματισμός κοκκιώματος
- Κολλαγόνο: αβέβαιη διάρκεια
- Polytetrafluoroethylene
- Dextranomer/hyaluronic(Deflux)
Κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση (Χρόνοι εγχείρησης ) Kohen:
1) Τομή χαμηλή εγκάρσια κοιλιακή Fenesteal
2) Μετά τη διατομή της περιτονίας και τη διήνυση του ορθού κοιλιακού μυός. Διανοίγεται η ουροδόχος κύστη και τοποθετείται διαστολέας Denis Browne. Ανευρίσκονται και καθετηριάζονται τα ουρητηρικά στόμια με λεπτά feeding tube.
3) Αφού τοποθετηθεί ράμμα Vicryl 4.0 στο έξω στόμιο του ουρητήρα και τεθεί στον καθετήρα, παρασκευάζεται ο ουρητήρας σε αρκετό μήκος (τουλάχιστον 4-5 εκατοστά).
4) Δημιουργείται κανάλι υποβλεννογόνιο που εκβάλλει 2 εκατοστά περίπου πάνω από το φυσιολογικό στόμιο.
5) Διεκβάλλεται ο ουρητήρας
6) Καθηλώνεται με λεπτά ράμματα Dexon ή Vicryl 4.0 ή 5.0 (ένα ράμμα θα πρέπει να πιάσει και τον μυϊκό χιτώνα για καλύτερη στήριξη).
7) Επί στενώσεως του έξω στομίου γίνεται αφαίρεση του εστενωμένου τμήματος.
8) Στην περίπτωση που υπάρχει άμφω ΚΟΥΠ, γίνεται τοποθέτηση των δύο ουρητήρων παράλληλα.
9) Όταν το παιδί είναι πολύ μικρό και δεν υπάρχει ικανή απόσταση στο ουρητηρικό τρίγωνο για μετεμφύτευση, μπορεί να γίνει επέκταση του καναλιού.
Δρ. Μιχάλης Παγώνης MD
Παιδοχειρουργός
Παιδοχειρουργικό-Παιδοουρολογικό ιατρείο
99612878
michalispagonis@yahoo.com
Συνέσειο ιατρικό κέντρο
Τηλ. 24641111
Νοσοκομείο
Τίμιος Σταυρός
Λάρνακα
